menu

Αρχική About me σκέψεις blogging παίζοντας με τις bloggers guest posts Οι ιστορίες μου

logo

οι μικρές μου στιγμές...τόσο μικρές...αλλά τόσο μεγάλες!!!

9 Μαΐ 2019

"Ως... το θάνατο"










Έφτασε στο σπίτι σκεπτική… το βάρος της ψυχής της έφτασε στα πόδια, έγιναν ασήκωτα όσο ανέβαινε τις σκάλες. Έβαλε το κλειδί στην πόρτα, πήρε μια βαθιά ανάσα και μπήκε.

Όλα ήταν όπως τα άφησε το πρωί, το φλιτζάνι στο τραπέζι, τα πιάτα στον νεροχύτη κι εκείνος ξαπλωμένος στον καναπέ με το κινητό στο χέρι.

«Καλησπέρα» του είπε. 

Σηκώθηκε και την αγκάλιασε. Την ρώτησε πώς ήταν η μέρα της, εκείνη όμως ήθελε να του πει πώς ήταν η νύχτα της… Ανήσυχη… τρομαχτική… γεμάτη φωνές που της τρυπούσαν το μυαλό… με δάκρυα που μούσκευαν την ψυχή και το μαξιλάρι της...

Αντί γι’ αυτό όμως του απάντησε με ένα ξερό «καλή» και απομακρύνθηκε.

Άρχισε να τακτοποιεί το σπίτι, σκούπισμα, ξεσκόνισμα, πλυντήρια και έπρεπε να έχει έτοιμο φαγητό για να μπορεί να της πει πως δεν του αρέσει. Έτσι κι αλλιώς τίποτα από ότι έκανε δεν του άρεσε πια.

Γύρισε και κοίταξε γύρω της. Είχε όλα όσα ήθελε κι όμως… κάτι της έλειπε…. κι εκείνο το βάρος που έλεγε ξαναγύρισε στην καρδιά της. Ένιωσε τα μάτια της να καίνε κι την φωνή της να είναι έτοιμη να εκραγεί. Πήρε μια βαθιά ανάσα και μπήκε στο μπάνιο. Ναι, ένα ζεστό ντους θα της έκανε καλό.

Το νερό έπεφτε πάνω της με μανία, λες και προσπαθούσε να ξεπλύνει την λύπη και τον μαρασμό που την είχε τυλίξει. Τα δάκρυά της έγιναν ένα με το νερό σε ένα κλάμα βουβό αλλά συγχρόνως τόσο δυνατό… ένα κλάμα που λες και έψαχνε αφορμή να βγει και να ξεσπάσει.

Με όση δύναμη  της  είχε απομείνει, προσπάθησε να συνέλθει και να βάλει ξανά την μάσκα του κλόουν. Δεν ήθελε κανένας να ξέρει το τι γίνεται μέσα της, δεν ήθελε κανένας να την λυπάται… και τα κατάφερε. Όταν βγήκε από το μπάνιο, ευτυχώς κανένας δεν κατάλαβε τι είχε προηγηθεί και το πόσο ραγισμένη ήταν.

Ο ύπνος της ήταν και πάλι δύσκολος, γεμάτος εφιάλτες. Σηκώθηκε από το κρεβάτι με βαρύ κεφάλι και αφού έκανε ένα κρύο ντους  να συνέλθει, έβγαλε από την τσάντα της τον φάκελο με τις εξετάσεις και τις διάβασε. Οι όροι που έγραφαν ήταν ακαταλαβίστικοι. Ντύθηκε βιαστικά και  βγήκε στον δρόμο. Το ραντεβού με τον γιατρό της ήταν στις 11 και μιας και ήταν ακόμα νωρίς, προτίμησε να πάει με τα πόδια όσο ακόμα μπορούσε.

Όταν έφτασε ο γιατρός ήταν ήδη εκεί και την περίμενε. Το ύφος του πρόδιδε πως τα νέα δεν θα ήταν καλά. Κάθισε στην πολυθρόνα και περίμενε τα λόγια του. Όταν άκουσε αυτά που της είπε ένιωσε να χάνει την γη κάτω από τα πόδια της. Μια σπάνια πάθηση της μήτρας θα της στερούσε αυτό που τόσο επιθυμούσε στη ζωή… ένα δικό της παιδί….

Ο γιατρός προσπαθούσε να της εξηγήσει πως δεν πρέπει να απελπίζεται και πως υπάρχουν κι άλλοι τρόποι, όπως η υιοθεσία, αλλά αυτή ήξερε πως όλα είχαν τελειώσει.

Η επιστροφή της φάνηκε ατελείωτη. Άνοιξε την πόρτα του σπιτιού της και την χτύπησε δυνατά πίσω της. Έπρεπε να μιλήσει μαζί του, να του πει τι συμβαίνει, τον είχε τόσο ανάγκη αυτή τη στιγμή…

Έβγαλε το κινητό της από την τσάντα της και πάτησε το νούμερό του.

“Έλα, πες μου στα γρήγορα γιατί έχω δουλειά.”

Ξέσπασε σε κλάματα.

“Μαρία; τι συμβαίνει ; Γιατί κλαις;”

“Kώστα, πρέπει να μιλήσουμε… πήγα στον γιατρό…”

“Ηρέμησε και θα τα πούμε μόλις έρθω σπίτι. Ότι κι αν είναι θα το αντιμετωπίσουμε.”

Έκλεισε το τηλέφωνο και έμεινε με τα μάτια καρφωμένα στο κενό.

Έπρεπε να κάνει κάτι να απασχολήσει το μυαλό της. Σηκώθηκε και πήγε στην κρεβατοκάμαρα. Άνοιξε την ντουλάπα και άρχισε να ξεκρεμάει ρούχα και κοστούμια που είχαν καιρό να φορέσουν για να τα φρεσκάρει.

Όταν έσκυψε να πάρει το χαρτί που έπεσε από το σακάκι του, πάγωσε. Ήταν ένα υπερηχογράφημα. Πάνω του είχε γραμμένο με κόκκινο μαρκαδόρο “στον Κώστα, τον πατέρα του παιδιού μου”.

Άρχισε να γελάει υστερικά… να σκίζει ότι ρούχο δικό του έβλεπε μπροστά της και να βρίζει… δεν τον άκουσε που μπήκε στο σπίτι… όταν την είδε έτσι κατάλαβε ότι ήξερε.

Γύρισε και τον κοίταξε. Εκείνος χαμήλωσε τα μάτια και της είπε μία απλή ”συγνώμη”.

Δεν ήξερε αν έπρεπε να τον χτυπήσει ή να τον διώξει.

“Θα το συζητήσουμε μετά αυτό” της είπε. “Πες μου πρώτα τι σου είπε ο γιατρός. “

Να λοιπόν η ευκαιρία να τον πονέσει όσο την πόνεσε κι αυτός.

“Mου είπε πως είμαι μια χαρά. Οι εξετάσεις είναι όλες φυσιολογικές. Οι δικές σου όμως δεν είναι αυτές που περιμέναμε. Δυστυχώς το όνειρό σου να αποκτήσεις δικό σου παιδί θα μείνει απραγματοποίητο. Δεν μπορείς ούτε φυσιολογικά, ούτε με ιατρική βοήθεια. Και σίγουρα αυτό το μωρό στον υπέρηχο δεν είναι δικό σου αλλά κάποιου που προσπαθεί να σου φορτώσει αυτή η κυρία.”

Τον είδε να θρονιάζεται στο κρεβάτι αδυνατώντας να πιστέψει αυτά που άκουσε.

“Πάω μια βόλτα.  Όταν γυρίσω δεν θέλω να σε βρω εδώ. Τελειώσαμε”  του είπε και έφυγε με ένα χαμόγελο ικανοποίησης στα χείλη της.

Ήταν το πρώτο βράδυ που κοιμήθηκε ήρεμη. Ξύπνησε το πρωί και αφού έκανε έναν ζεστό καφέ άνοιξε την τηλεόραση. Πάγωσε με την εικόνα που έβλεπε.

“Ο γνωστός δικηγόρος Κώστας Δημητρίου άφησε την τελευταία του πνοή στις 3 τα ξημερώματα μετά από τον θανατηφόρο αυτοτραυματισμό του στο κεφάλι. Τα αίτια της τραγωδίας δεν έχουν γίνει ακόμα γνωστά.”

Έμεινε ακίνητη σαν άγαλμα με τα μάτια της γεμάτα δάκρυα για πολλή ώρα. Ούτε που μπορούσε να φανταστεί πως τα λόγια της θα οδηγούσαν σε κάτι τέτοιο. Το μόνο που ήθελε ήταν να τον πονέσει όπως πόνεσε κι αυτή…..

Κοίταξε την βέρα της και αφού την φίλησε, την έβγαλε και την άφησε στο τραπέζι. Σηκώθηκε και περπάτησε αργά προς την μπαλκονόπορτα…

Η τηλεόραση έπαιζε όλη μέρα την είδηση:

“Η σύζυγος του Κώστα Δημητρίου, δεν άντεξε την απώλεια του συζύγου της και πήδηξε από το μπαλκόνι του 5 ορόφου όπου διέμεναν τα τελευταία χρόνια. Ο θάνατός της ήταν ακαριαίος.”





αυτή η ανάρτησή δημοσιεύτηκε στο ιστολόγιο pearls n roses στην στήλη μου  Υπόστεγο αγάπης

4 σχόλια:

θα ήθελα να ακούσω την γνώμη σας!